Συνέντευξη Τύπου, για την εξωτερική αξιολόγηση και την ακαδημαϊκή πιστοποίηση των Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, Πανεπιστημίων και ΤΕΙ, που πραγματοποίησε η ΑΔΙΠ, παραχώρησε στις 11 Απριλίου, ο Υπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων, Κωνσταντίνος Αρβανιτόπουλος.
Στη συνέντευξη Τύπου παρέστη ο Πρόεδρος της ΑΔΙΠ, Ευάγγελος Κουφουδάκης.
Ο Πρόεδρος της ΑΔΙΠ, Καθηγητής κ. Ευάγγελος Κουφουδάκης, δίνοντας αναλυτικά στοιχεία για την αξιολόγηση των Πανεπιστημίων και των ΤΕΙ, καθώς και για την Ακαδημαϊκή Πιστοποίηση, αφού υπογράμμισε την καλή συνεργασία με το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων, τόνισε χαρακτηριστικά ότι «ήρθαν οι αξιολογητές από το εξωτερικό και περίμεναν ότι θα συναντήσουν το χάος. Αντίθετα είδαν ότι τα Ελληνικά Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα λειτουργούν ικανοποιητικά, έχουν συγκριτικά πλεονεκτήματα το ανθρώπινο δυναμικό τους και οι όποιες αδυναμίες τους μπορούν να θεραπευτούν αρκεί να υπάρχει σχέδιο και αποφασιστικότητα».
Ο Υπουργός Παιδείας σημείωσε ότι «έχουμε καλά Πανεπιστήμια, καλούς Καθηγητές, καλούς φοιτητές που δεν έχουν να φοβηθούν τον ανταγωνισμό, αλλά η ανοργανωσιά των τελευταίων 20 ετών δημιουργεί ένα θολό τοπίο. Γι αυτό απαιτείται «απεξάρτηση» από την κρατικοδίαιτη κουλτούρα από τα ιδεολογήματα της δεκαετίας του ’80. Το κύρος και η βιωσιμότητα του δημόσιου δωρεάν Πανεπιστημίου απαιτεί αξιολόγηση και σύγκριση».
Ο Υπουργός Παιδείας επεσήμανε ότι «εάν θέλουμε πραγματικά μια Δημόσια Δωρεάν Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, εάν έχουμε ως στρατηγικό στόχο το Δημόσιο Δωρεάν Πανεπιστήμιο, και αυτός είναι ο στρατηγικός μας στόχος, τότε πρέπει να παίρνουμε αποφάσεις, και εμείς τις πήραμε, που καθιστούν τα Ιδρύματά μας ανταγωνιστικά στον Ευρωπαϊκό και στο Διεθνή χώρο».
Ο κ. Αρβανιτόπουλος αναφέρθηκε διεξοδικά στις μεταρρυθμίσεις των τελευταίων δύο ετών λέγοντας: «Οι μεταρρυθμίσεις αυτές έφεραν αναστάτωση και είχαν ως συνέπεια, πολλές φορές πολιτικό κόστος, γιατί χαλούσαν τη βολή ατόμων και ομάδων. Τις περιμέναμε τις αντιδράσεις και για αυτό το λόγο ήμασταν έτοιμοι να τις αντιμετωπίσουμε και να περιορίσουμε τις συνέπειες τους. Αυτές οι μεταρρυθμίσεις μπορεί να φέρνουν αναστάτωση, μπορεί να συνεπάγονται πολιτικό κόστος, αλλά θα οδηγήσουν σε ισχυρότερα Ιδρύματα μέσα στα επόμενα χρόνια».
Ο κ. Αρβανιτόπουλος τόνισε ότι «σας παρουσιάζουμε την ολοκλήρωση της αξιολόγησης των Ελληνικών Πανεπιστημίων και των ΤΕΙ. Μια αξιολόγηση που είχε «βαλτώσει», αρκεί να σημειώσετε ότι από την περίοδο 2008-2011 πραγματοποιήθηκε μόλις το 30% των αξιολογήσεων και από το 2012 έως σήμερα το 70%. Και αυτό έγινε εφικτό γιατί ανασυγκροτήσαμε την ΑΔΙΠ, και ενισχύσαμε τις διαδικασίες της.
Αλλά πρωτίστως γιατί στην πολιτική μας κατέστη στρατηγικός στόχος η αξιολόγηση των Ελληνικών Πανεπιστημίων και ΤΕΙ, στη πράξη και όχι στα λόγια, με στόχο να αναδειχθούν τα δυνατά τους σημεία και να προβληθούν, να καταγραφούν οι αδυναμίες τους και να αντιμετωπιστούν».
Επίσης, υπογράμμισε ότι «σήμερα όμως κάνουμε ακόμα ένα βήμα παραπάνω. Σας παρουσιάζουμε την επόμενη δράση, την ακαδημαϊκή πιστοποίηση των προγραμμάτων των Πανεπιστημίων και των ΤΕΙ. Πιστοποίηση που έχει ως στόχο την αντιστοίχιση των παρεχόμενων από τα ιδρύματα γνώσεων, δεξιοτήτων και ικανοτήτων, των εν γένει δηλαδή μαθησιακών αποτελεσμάτων των σπουδών με τις δεξιότητες που ζητά η αγορά εργασίας».
Ο Υπουργός δήλωσε ακόμη ότι «σε σχέση με τους αιώνιους φοιτητές ορισμένοι Πρυτάνεις και άλλοι λαϊκίζουν. προχωρούμε με την διαγραφή στο τέλος του 2014 των αιωνίων, ουσιαστικά ανενεργών φοιτητών. Οι σπουδές στο Πανεπιστήμιο και στο ΤΕΙ έχουν διάρκεια ορισμένη, υποχρεώσεις και δικαιώματα».
Χαρακτηριστικά για τυχόν αλλαγή του πλαισίου που ζητούν ενίοτε ορισμένοι Πρυτάνεις και Συμβούλια, ο κ. Αρβανιτόπουλος επεσήμανε ότι «το πλαίσιο των νόμων 4009 και 4076 δεν αλλάζει έως ότου εφαρμοστεί για μια πενταετία και πλέον και τότε και μόνον τότε θα δούμε τυχόν βελτιώσεις. Το ράβε ξήλωνε τελείωσε. Το Νομοθετικό Πλαίσιο, δεν πρόκειται να αλλάξει, αν δεν εφαρμοστεί στην πράξη για ικανό χρονικό διάστημα, ώστε να μπορεί να αξιολογηθεί».
Ενώ, ειδικά για τον Ν.4009, ανέφερε ότι «εάν δεν είχαμε νομοθετήσει τον Αύγουστο του 2012 τον 4076, ο 4009 θα έμενε στα χαρτιά, ενώ τα Ιδρύματα κινδύνευαν να μην ανοίξουν το Σεπτέμβριο εκείνης της χρονιάς. Γνωρίζουν όλοι πολύ καλά ότι χωρίς τον 4076/2012, ο 4009/2011, που είχε κενά δεν θα μπορούσε να εφαρμοστεί. Μόνον έτσι μπορούσαν να εκλεγούν τα Συμβούλια και τα Όργανα.
Επίσης ο κ. Αρβανιτόπουλος υπογράμμισε….
…Δώσαμε με αυτό το Νόμο τη δυνατότητα ηλεκτρονικής ψήφου και έτσι επιτύχαμε την εκλογή Συμβουλίων σε όλα τα Ιδρύματα της χώρας, με μεσοσταθμική συμμετοχή της Πανεπιστημιακής Κοινότητας της τάξεως του 80%, που σημαίνει ότι επιτρέψαμε στην συντριπτική πλειοψηφία να εκφραστεί και στα Ιδρύματα να λειτουργήσουν.
…Το Μάρτιο του 2013 με το «Σχέδιο Αθηνά» για την αναδιάρθρωση του ακαδημαϊκού χάρτη της χώρας και την έκδοση 36 Προεδρικών Διαταγμάτων αναμορφώσαμε την Τριτοβάθμια Εκπαίδευση με στόχο την ενδυνάμωση των Ιδρυμάτων και τη σύνδεση του ακαδημαϊκού με τον αναπτυξιακό χάρη της χώρας.
…Ανασυντάξαμε τις δομές με την αναδιάρθρωση των διοικητικών υπηρεσιών και την ανακατανομή των υπαλλήλων. Με κόστος αλλά απαραίτητο βήμα προόδου και αναβάθμισης του ελληνικού πανεπιστημίου.
…Η προσπάθεια μας συνεχίζεται με αμείωτο ρυθμό με το Σχέδιο Νόμου για την Έρευνα και την Τεχνολογία, για την σύνδεση των Ανώτατων Εκπαιδευτών Ιδρυμάτων με τα Ερευνητικά Ινστιτούτα και την παραγωγή.
…εν μέσω της μεγαλύτερης; Δημοσιονομικής κρίσης εμείς από τον Ιανουάριο του 2013 διπλασιάσαμε τους δικαιούχους φοιτητικής μέριμνας (στέγαση σε φοιτητικές εστίες) από 57.000 σε 110.000 και εφαρμόζουμε ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα σίτισης στα σχολεία μας από ευρωπαϊκά κονδύλια
… επίσης στηρίξαμε την ελληνική οικογένεια γιατί δώσαμε τη δυνατότητα στους φοιτητές των οικονομικά ασθενέστερων οικογενειών να μεταγραφούν κοντά στα σπίτια τους,
…Ιδιαίτερη έμφαση δώσαμε στην αναβάθμιση των ΤΕΙ, μέσα από την αξιολόγηση και τον εξορθολογισμό των γνωστικών αντικειμένων που διδάσκονται στα Τεχνολογικά Ιδρύματα. Μαζί με τις αλλαγές στο Επαγγελματικό Λύκειο έχουμε πια μια ολοκληρωμένη μεταρρύθμιση στην Τεχνολογική Εκπαίδευση, που δεν αποτελεί πια υποβαθμισμένη δεύτερη επιλογή για τους νέους και τις νέες μας, αλλά μιας πρώτης τάξεως επιλογή που προσφέρει δεξιότητες και προσόντα για την αγορά εργασίας, συμβάλλοντας στην αναδιάρθρωση του παραγωγικού ιστού της χώρας.